Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #1  
Παλιά 28-02-08, 20:51
Το avatar του χρήστη Gildor
Gildor Ο χρήστης Gildor δεν είναι συνδεδεμένος
High Elf
 

Τελευταία φορά Online: 08-05-17 14:17
Φύλο: Δεν έχω αποφασίσει ακόμα
Η διαθεσή μου τώρα:
Λίγα λόγια για την καλιαρντή :Ρ

Τα καλιαρντά είναι μια ιδιωματική διάλεκτος των ... ξέρετε ποιων.

Σύμφωνα με τις μελέτες, πρωτοεμφανίστηκαν στη δεκαετία του 1940 και δημιουργήθηκαν απο την ανάγκη τους για έναν κώδικα επικοινωνίας μεταξύ τους, χωρίς να τους αντιλαμβάνεται το τότε εχθρικό περιβάλλον.

Τα καλιαρντά χαρακτηρίζονται απο ιδιαζουσα ορθοφωνια και προφορα και επιπλεον (σαν τριπλοτετραδιπλη ασφαλιση) ταχυτατη ομιλια. Αναπτύχθηκαν με τα χρόνια, απέκτησαν ελληνικές καταλήξεις και επηρεάστηκαν από την τουρκική, γαλλική και ιταλική γλώσσα. Είναι ιδιαίτερα έξυπνη και πλαστική γλώσσα. Οι λεξεις της Καλιαρντης ειναι μεταμφιεσμενες λεξεις κυριως της νεοελληνικης γλωσσας (π.χ. "ντουμα" απο το ντουμανι) η ειναι καμωμενες με τετοιο τροπο ωστε η συνειρμικη αναγωγη τους να οδηγει κατεθειαν στην κρυμμενη εννοια (π.χ. "ταψι"). Επισης συνηθως οι λεξεις ειναι σπονδυλωτες. Υπαρχουν λεκτικοι σπονδυλοι-κλειδια, που δινουν με καθε καινουρια διαταξη τους, και μιαν αλλη αρθρωτη λεξη με καθε φορα νεο εννοιλογικο φορτιο.

Μεγάλη έρευνα έκανε ο λαογράφος Ηλίας Πετρόπουλος ο οποίος κατάφερε να μαζέψει 10000 λέξεις και να εντοπίσει ετυμολογίες απο άλλες γλώσσες. Επίσης υποστηρίζει οτι ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης γνώριζε την ύπαρξή τους. Ο Αλέκος Σακελάριος θεωρούσε οτι τα καλιαρντά έχουν προέλευση μιας ινδικής διαλέκτου που έφεραν οι τσιγγάνοι. Η Σπεράντζα Βρανά είχε πει οτι ήταν 'μπανάλ' στην εποχή της να μιλούν. Το θέατρο και η επιθεώρηση έκαναν χρήση, ειδικά όταν πρόκειται για νούμερα με χαρακτήρες-μάγκες, ή για να αποφευχθούν αισχρολογίες.

Διακρίνονται σε δύο επίπεδα: στα απλά καλιαρντά, που μιλάνε λίγο-πολύ όλοι, και στα ντούρα καλιαρντά που έχουν πολλά στοιχεία της καθαρεύουσας. Η 'μάζα' μιλά μερικές εκατοντάδες λέξεις, υπάρχουν όμως ορισμένοι που μιλούν άπταιστα με λεξιλόγιο χιλιάδων λέξεων. Το λεξιλόγιο είναι χαρακτηριστικό του περιβάλλοντος κι του ήθους των ομιλιτών. Υπάρχουν πολλά συνώνυμα για έννοιες όπως 'ομορφιά'. Εντωμεταξύ λέξεις που αναφέρονται σε αναπηρίες και γηρατιά είναι πολύ σκληρές.

Στις μέρες μας τα καλιαρντά δεν θεωρούνται κρυφή γλώσσα, μιάς και με την πάροδο των χρόνων ο λαός έμαθε αυτή τη διάλεκτο μέσα απο το θέατρο και την τηλεόραση. Τα media, το θέατρο, οι άνθρωποι γύρω μας μιλούν και καλιαρντά. Ακόμα κι όταν αγνοούν την περιπέτεια και την ακριβή σημασία των λέξεων που χρησιμοποιούν. Στους «Στάβλους της Εριέτας Ζαΐμη»· στη «Θεά τον έκανες τον μουσακά», στο "Κωνσταντίνου και Ελένης" στον Ψηνάκη· στις στήλες των περιοδικών lifestyle και των κουτσομπολίστικων περιοδικών, ακόμα και στις εκφράσεις των μεσημεριανών πανελιστών στα μεσημεράδικα οπως Παπανώτας Μουτσινάς κλπ. Λέξεις όπως 'τζους, τζάω, τζασλός, τζαζ, τζόβενο, κουλό, ντικ, μουσαντά, λωλέγκω, πουρό' κλπ τις ακούμε καθημερινά χωρίς να ξέρουμε ακριβώς τί είναι.

Δεν υπάρχει πλήρως και επισήμως καταγεγραμμένη σε ελληνικά λεξικά από ινστιτούτα μελέτης και καταγραφής της γλώσσας, πράγμα που παραπέμπει τη διάλεκτο αυτή ως "διάλεκτο του δρόμου". Επίσης εχει κοινα στοιχεια με τη μάγκικη διάλεκτο του υποκόσμου.

Λεξιλόγιο (λογοκριμένο έτσι; )

αβακουλυμπουριαστος=αψαλτ ς αδιαβαστος
αβέλω = θέλω, δίνω, επιθυμώ.
αναιμιαρης=ζαλισμενος
ανεμιαρης=κουνιστος
αποκατέ = από εκεί
ατζινάβωτος = απονηρευτος
αχαλιά = δίαιτα
βιδομπλαντορούφα = βδέλλα, κουνούπι
βουέλω τζα = φευγω διωχνω
γκουγκού = φάντασμα
γαργαρότεκνο = ναύτης
γουγούμης = σκυλος
διακονιαρισμα=ζητιανια
δικέλω = βλέπω
ενζυμιαζω=σαπιζω
θεοκάλιαρντος = ασχημοτατος
θεόλατσος = ωραιοτατος
ιμάντες =εμείς. Άκλιτη αντωνυμία. Ενικός: εμάντε
ινδιοφιδιατζής = γητευτής φιδιών
καγκελοκερικεντέ = αναπτηρας
κάδρο = ασχημη
καλιαρντός = ασχημος κακος
καλιάρντω = πολυ ασχημη
κοντροσόλ = φιλί
καπί = κουταλι
κέντα = φωτια
κοντροσολάρω = φιλω
κουελοσφαλάω = ξαπλωνω πλαγιαζω κοιμαμαι
λάγκα = νερο
λατσαβέλω = καλωσοριζω. Επίσης 'αβελω λατσαβαλέ'
λατσολίθαρο = διαμάντι
λατσός = ωραίος
λατσός = ωραιος καλος
λούγκρα = πολυ κακια
λυσσαγμάν = σκυλος
με-σικ = με ευγένεια, κομψά. Προφέρεται σαν μία λέξη
μη μπενά = μη μιλας
μολ = νερο υγρο
μουσαντό = ψεμα
μούτζα = γυναίκα
μπαρό = αρρωστεια
μπαροτάτη = πολύ χοντρή
μπενάβω = ομιλω
μπενάβω ανθυγιεινά = κακολογώ
μπερντές = χρήματα. Συνώνυμο: ντουλά
μπισκότεκνο = χουντικός (βλεπε 'μπισκοτα Παπαδοπουλου' )
μπλάντι = αίμα
μπουάβω = ομιλω
νάκα = όχι, δεν
νάψες = ομιλια
νισετέ = ρουχο ενδυμα
ντέζι = ποθος επιθυμια
ντίκος = να ιδου κοιτα
ντουπ = δαρμος ξυλοφορτωμα
πισέλω = ξαπλωνω πλαγιαζω κοιμαμαι
πισελακης=μαχμουρλης
πισελομουγκρου=ροχαλητο
ροντοσόλ = φιλι
ρουνάδικο = αστυνομικο τμημα
σεβντοκατές = λαικος τραγουδιστής
σιδεροπυρού = αναπτηρας
Σολντά = στρατιώτης
σουκρο = ζαχαρη γλυκο
τανάκα = χωρις ανευ μη!
τζάζω = διωχνω φευγω πετω
τζάσε = φυγε
τζασλός = τρελλος παλαβος
τζάω = φευγω διωχνω διαφευγω
τζινάβω = καταλαβαινω πονηρευομαι
τζους = φυγε
τζουσ = χωρις ανευ
τζούσ-λέσι = πλυσιμο
τούφες = υπνος
τρόκι = αυτοκινητο
φιντέλης = σκυλος
χαλέματα = φαγητα
χαλώ = τρωω
χορχόρα = φωτια
__________________
Υπάρχουν σε όλα δύο απόψεις...
Αυτή που λέω εγώ, και η σωστή!

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Gildor : 20-02-09 στις 15:40
Απάντηση με παράθεση