Εμφάνιση ενός μόνο μηνύματος
  #24  
Παλιά 16-07-13, 15:40
Το avatar του χρήστη justin
justin Ο χρήστης justin δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 01-02-24 07:20
Φύλο: Άντρας
Συνεντεύξεις συνέχεια

Μελίτα Αδάμ: Ιστορίες από την γειτονιά της...



Η αναφορά στο 1919 ενεργοποίησε τον αθηναιογράφο μέσα μου, ο οποίος με έφερε μια Κυριακή πρωί στον Πολυχώρο Τέχνης «Αλεξάνδρεια», στην οδό Σπάρτης της πλατείας Αμερικής. Η πρόσκληση έλεγε: «Ο εκδότης Κ.Μ. Ζαχαράκης και η Μελίτα Αδάμ σας προσκαλούν στην παρουσίαση του βιβλίου: «Ιστορίες από την γειτονιά μου και… λίγο παραπέρα. Κυψέλη 1919-1959» κλπ. κλπ.…».

Σαν γνήσιος Έλληνας φρόντισα ν’ αργήσω λιγάκι και… Είναι δυνατόν; Πλήθος κόσμου πολιορκούσε το ιστορικό σπίτι του Καραγάτση, πασχίζοντας να χωρέσει στην αίθουσα εκδηλώσεων. Εξυπακούεται ότι σαν αυθεντικός Έλληνας, όχι μόνο πέρασα μπροστά, αλλά και διεκδίκησα επιτυχώς κάθισμα.

Η εκδήλωση από μόνη της ήταν μια ευχάριστη αποκάλυψη. Δεν άργησα να πιάσω τον εαυτό μου να προσέχει περισσότερο τους παρευρισκόμενους Κυψελιώτες και τις αντιδράσεις τους, παρά την παρουσίαση του βιβλίου αυτή καθ’εαυτή. Τι νοσταλγία ήταν αυτή, Θεέ μου! Όλοι αναγνώριζαν στις προβαλλόμενες εικόνες έναν φίλο, μία συμμαθήτρια, μια δασκάλα, τον παντοπώλη, τον μανάβη, τον ταβερνιάρη, τον καλοκαιρινό κινηματογράφο, ένα παλιό γειτονικό νεοκλασικό, το σχολείο, το τραμ, το τύπου «γκαζοζέν» λεωφορείο, το περίπτερο της γειτονιάς και τόσα άλλα ενθυμήματα νιότης και όχι μόνο.

Ζήλεψα, μια και έζησα τα παιδικά μου χρόνια σε μια μη γειτονιά: πλατεία Ρηγίλλης (Λεωφ. Βασιλίσσης Σοφίας).

Στην παρουσίαση με επανέφερε η ζεστή φωνή της Ευγενίας Φακίνου που, σα να διηγιόταν παραμύθι, θυμήθηκε τα δικά της παιδικά χρόνια στη φτωχική Κυψέλη όταν, μεταξύ των άλλων, συνόδευε τη νοσοκόμα μητέρα της στα χαμόσπιτα της Άνω Κυψέλης για την ένεση «κατ’ οίκον».

Σε ένα απλό σπίτι της οδού Φαιδριάδων της Άνω Κυψέλης λοιπόν, συνάντησα κι εγώ, μερικές μέρες αργότερα, την συγγραφέα Μελίτα (όνομα που πήρε από τη γιαγιά της Μέλη-Μελιττινή ή Μελισσινή) Αδάμ. Πατέρας από τη Σμύρνη, μητέρα από την Τραπεζούντα, σύζυγος Πλακιώτης αλλά από το 1938 Κυψελιώτης, τι άλλο συνδυασμό να περιμένει κανείς για έναν χείμαρρο αναμνήσεων που συνοδεύουν τα αφηγήματα και τις ποιητικές συλλογές της, οι οποίες ξεκινούν από το 1984 και συνεχίζουν μέχρι σήμερα.

Η ιστορία μιας συνοικίας

-Πώς κι’ επιλέξατε το 1919 σαν χρονική απαρχή της έρευνά σας;

-Είναι η χρονιά της επίσημης χωρογραφικής κατανομής της συνοικίας.

-Ξέρετε αγαπητή κυρία ότι με το νέο σας βιβλίο ανοίγετε ένα νέο μονοπάτι στην λαογραφία της πόλης μας; Φεύγετε από τη γενική θεώρηση και επικεντρώνεστε στη συνοικία… και τι συνοικία! Δεν ξέρω αν κάποιος άλλος συγγραφέας έχει προχωρήσει στο παρελθόν σε κάποιο παρόμοιο εγχείρημα. Σίγουρα όμως θα ήταν ευτύχημα να ακολουθήσουν ιστορίες και από άλλες συνοικίες.

-Να είστε σίγουρος, αγαπητέ, ότι δεν στοχεύω σε λογοτεχνικές διακρίσεις ούτε αποβλέπω να δρέψω καλλιτεχνικές δάφνες. Τα πράγματα είναι πολύ πιο απλά. Δεν έκανα τίποτα άλλο, παρά να συρράψω γεγονότα και αναμνήσεις που άλλοι μου εμπιστεύτηκαν.

-Δηλαδή;

-Η ασθένεια του αγαπημένου μου άντρα Γιάννη, τον κρατούσε για πολλά χρόνια καθηλωμένο σπίτι. Οι στενοί του φίλοι δεν τον ξεχνούσαν. Σχεδόν κάθε βράδυ είχαμε συντροφιά. Κυρίαρχο θέμα συζήτησης: η πολυαγαπημένη γειτονιά, η Κυψέλη μας με τους ανθρώπους της, τα σπίτια της, πιο αρχοντικά από την πλατεία και κάτω προς την Πατησίων, πιο λαϊκά όσο ανέβαινες προς την Άνω Κυψέλη, γεμάτα γλάστρες με κάθε λογής λουλούδια και το απαραίτητο πηγάδι στη μέση της αυλής. Τέλος, με τα καθημερινά στιγμιότυπα που δημιουργούσε η ζωή στη συνοικία. Ο άνδρας μου ήταν τελικά εκείνος που με παρότρυνε να βρω ένα τρόπο να τα καταγράψω όλα αυτά.

-Ήταν εύκολη αυτή η αναζήτηση;

-Δεν θα έλεγα. Η σχετική βιβλιογραφία που έψαξα στις βιβλιοθήκες ήταν απελπιστικά μικρή. Αναγκάστηκα να μεταβληθώ σε ρεπόρτερ. Για χρόνια γύρναγα καφενεία, αγορές, σπίτια, σχολεία, όπου φανταζόμουν ότι θα βρω πρόθυμους νοσταλγούς. Νοσταλγούς του τρίπτυχου Πόλεμος-Κατοχή-Εμφύλιος, νεότερους που δεν είχαν ξεχάσει τις άπειρες συζητήσεις στα καφενεία, τις φάρσες, τα κόρτε, τα ξενύχτια ακόμη και τις καντάδες και φυσικά, τις νεότερες γενιές της Φωκίωνος Νέγρη και του στυλ διασκέδασης με το οποίο ταυτίστηκε. Ευτυχώς, οι πιο πολλοί ήταν συνεργάσιμοι και μαζεύτηκε ένα πολυσύνθετο και ιδιαίτερα ενδιαφέρον υλικό που γέμισε πιο εύκολα απ’ ό,τι φανταζόμουν τις 290 σελίδες του βιβλίου.

Ένα βιβλίο σε 4 μέρη

-Πώς έχετε ταξινομήσει όλο αυτό το υλικό;

-Σε 4 μέρη. Στο πρώτο παρουσιάζεται η ταυτότητα της συνοικίας, οι κυψελιώτικες οικογένειες, τα σχολεία, η διασκέδαση των μεγάλων αλλά και τα παιχνίδια των μικρών, τα καταστήματα και οι επιχειρήσεις, τα καφενεία και οι ταβέρνες, τα σινεμά και τα θέατρα, και να μην ξεχάσουμε ακόμη τους γραφικούς τύπους της Κυψέλης. Στο δεύτερο μέρος παρουσιάζονται ανθρώπινες ιστορίες μέσα από τα γεγονότα που επηρέασαν την εξέλιξη της περιοχής, ιστορίες που φωτίζουν τον ψυχισμό των κατοίκων της. Στο τρίτο μέρος παρουσιάζονται επαγγέλματα που έσβησαν, ενώ το τελευταίο μέρος είναι αφιερωμένο στους δρόμους, τις πλατείες, τα άλση και τους ναούς της περιοχής. Να συμπληρώσω, βέβαια, ότι μπόρεσα και μάζεψα πάρα πολλές φωτογραφίες, τόσο απαραίτητες σε ένα τέτοιο λεύκωμα.

-Τελικά μας προκύψατε και μια καλή ρεπόρτερ. Το βιβλίο είναι γεμάτο μικρές, χαριτωμένες λεπτομέρειες, όπως είναι π.χ. η χαρά των μαθητών του σχολείου όταν έβρεχε και φούσκωνε ο τότε χείμαρρος της Φωκίωνος Νέγρη, με αποτέλεσμα να γλυτώνουν μάθημα όσοι ευτυχούσαν να κάθονται στην απέναντι μεριά της Κυψέλης!

-Δεκάδες ωραίες τέτοιες εικόνες. Η κυρά-Φροσύνη, η προξενήτρα της γειτονιάς με τις ειδικές τεχνικές της, η κουτσομπόλα της γειτονιάς παραδίπλα, ο κουρέας παρακάτω που ό,τι του σιγοψιθύριζες έβγαινε προς τα έξω προτού τελειώσεις το ξύρισμα, οι «κλειστές» ανδροπαρέες που την «έβρισκαν» στα πολυάριθμα κουτουκάκια, να μην ξεχάσουμε και τον περαματάρη που σε έπαιρνε στην πλάτη και σε πέρναγε από το βάθους 1,5 μ. χείμαρρο της Φωκίωνος. Και φυσικά την πλατεία της Κυψέλης, πλατεία Κανάρη για τους λόγιους, που μεταβαλλόταν τα καλοκαίρια στο απόλυτο κέντρο διασκέδασης. Χαζεύοντας σχοινοβάτες, ακροβατικά, χορευτικά, με συνοδεία γλυκό του κουταλιού, παγωτό ξυλάκι ΕΒΓΑ και το αγαπημένο «υποβρύχιο».

Η ζεστασιά της συνομιλήτριας, το παγωμένο άσπρο κρασί, αλλά και οι νοσταλγικές αναμνήσεις που ξεχειλίζουν από το θαυμάσιο βιβλίο, έχουν φτιάξει μια άλλη ατμόσφαιρα στο ψηλοτάβανο, γεμάτο βιβλία, δωμάτιο. Ο αμείλικτος όμως χρόνος και χώρος στην ιστοσελίδα συγκεκριμένος…

Σαν παραμύθι

-Αγαπητή φίλη καλοτάξιδο το καινούργιο σου ξεχωριστό βιβλίο, πολλά ευχαριστώ γι’αυτή μας τη συνομιλία.

-Εγώ ευχαριστώ, και μην ξεχάσεις να τονίσεις στους δικούς σου αναγνώστες ότι δεν έγραψα ούτε ιστορία ούτε τουριστικό οδηγό. Απλά έτσι, σαν παραμύθι, αναθυμήθηκα μαζί με φίλους το χτες.

Και επειδή, αγαπητοί φίλοι, το παραμύθι στις εποχές που ζούμε πρέπει να είναι εικονογραφημένο, βάλτε λίγη μουσική, ίσως κάτι του Χατζιδάκι, και ξεφυλλίστε σαν σε φωτογραφικό λεύκωμα τις εικόνες που ακολουθούν:



Πηγή: paliaathina.com
__________________
Έως αν τον έτερον προπέσειν
Απάντηση με παράθεση